Σήμερα, ακόμα και στο τελευταίο ελληνικό καφενείο ακούς για τα περίφημα spreads, για τα ομόλογα και για άλλα σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, όπως τα CDS. Τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων ασχολούνται σχεδόν αποκλειστικά με «τη νέα άνοδο ή πτώση των spreads των ελληνικών ομολόγων», τους κερδοσκόπους και άλλα δυσνόητα για τον μέσο πολίτη. Ο τελευταίος έχει πλέον καταλάβει ότι η άνοδος των spreads είναι κάτι αρνητικό, αλλά δυσκολεύεται να κατανοήσει το γιατί.
Τι είναι τελικά το spread και γιατί η διεύρυνσή του προκαλεί πλέον ανησυχία ακόμα και στο μικρότερο ελληνικό χωριό; Γιατί εν τέλει δυσκολευόμαστε πλέον να δανειστούμε ως χώρα και προσφέρουμε ολοένα και υψηλότερα επιτόκια σε όσους αγοράζουν ελληνικά ομόλογα;
Το spread δεν είναι τίποτε άλλο από τη διαφορά επιτοκίου (της απόδοσης που προσφέρεται στους επενδυτές) μεταξύ των ομολόγων δύο διαφορετικών χωρών. Στην περίπτωση της Ελλάδας το spread είναι η διαφορά μεταξύ του επιτοκίου που δανείζεται η Γερμανία και του επιτοκίου με το οποίο δανείζεται η Ελλάδα. Η Γερμανία δανείζεται σήμερα εκδίδοντας ομόλογα που προσφέρουν απόδοση 3,07% και η Ελλάδα με απόδοση περί το 7%. Συνεπώς, το spread είναι 4% ή 400 μονάδες βάσης. Γιατί χρησιμοποιείται ευρέως η σύγκριση με τη Γερμανία; Γιατί είναι η μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης και θεωρείται από τις πλέον σταθερές και χαμηλού ρίσκου.
Με άλλα λόγια, όσο πιο σταθερή θεωρείται μία οικονομία (και όσο πιο σίγουροι αισθάνονται οι επενδυτές πως θα πάρουν πίσω τα λεφτά τους) τόσο χαμηλότερη είναι η διαφορά από την απόδοση του γερμανικού ομολόγου, δηλαδή το spread. Οταν οι επενδυτές αγοράζουν γερμανικά ομόλογα, αισθάνονται ασφαλείς με απόδοση 3,07%. Για να αγοράσουν ελληνικά θέλουν μεγαλύτερες εξασφαλίσεις, δηλαδή μεγαλύτερο επιτόκιο και spread, και έτσι φτάνουμε στο επιτόκιο του 7%, δηλαδή σε spread άνω των 400 μονάδων βάσης έναντι των γερμανικών ομολόγων.